Εργαστηριακές εξετάσεις:
Στην αρχή της εγκυμοσύνης, συνήθως μετά τον πρώτο ενδοκολπικό υπέρηχο με θετική καρδιακή λειτουργία, γίνονται μια μεγάλη σειρά εξετάσεων αίματος οι οποίες είναι απαραίτητες τόσο για την έγκυο όσο και για το έμβρυο.
Ελέγχουμε την γενική αίματος και γενική ούρων. Την ομάδα και το Rhesus, την ηλεκτροφόριση αιμοσφαιρίνης, την ουρία, το σάκχαρο, την κρεατινίνη και το σίδηρο ορού. Επίσης τα αντισώματα για τοξόπλασμα, ερυθρά αιμοσφαίρια, κυτταρομεγαλοϊό (CMV), το αυστραλιανό αντίγονο κ.α.
Επίσης γίνεται πλήρης καλλιέργεια κολπικού υγρού η οποία περιλαμβάνει και εξέταση για μυκόπλασμα, ουρεόπλασμα και χλαμύδια τραχήλου.
Στην συνέχεια κάνουμε κάθε μήνα γενική αίματος και γενική ούρων (εξετάσεις μηνός).
Στην 24η εβδομάδα εκτελείται η καμπύλη σακχάρου για να αποκλειστεί ο διαβήτης κύησης.
Υπέρηχοι εμβρύου:
Στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης (11- 14 εβδομάδες) ελέγχεται η αυχενική διαφάνεια, η ύπαρξη του ρινικού οστού και ο φλεβώδης πόρος. Τα αποτελέσματα του υπερήχου συνδυάζονται με την εξέταση αίματος Papp-A και αποτελούν τον πιο αξιόπιστο δείκτη για τη διάγνωση της πιθανότητας ύπαρξης ανωμαλίας χρωμοσωμάτων (τρισωμίας 21, ποσοστό ανίχνευσης 80%). Με τη συγκεκριμένη εξέταση ανιχνεύεται συνήθως και το φύλο του μωρού καθώς και η καταλληλότητα της θέσης του.
Στο δεύτερο τρίμηνο, δηλαδή (22-24 εβδομάδες) πραγματοποιείται ο υπέρηχος β-επιπέδου ή αλλιώς ο μεγάλος υπέρηχος, κατά τον οποίο γίνεται λεπτομερής έλεγχος όλης της ανατομίας του εμβρύου (σκελετός και άκρα, όλα τα όργανα και εγκέφαλος). Ουσιαστικά ψάχνουμε σημάδια για σύνδρομο Down. Ένα φυσιολογικό υπερηχογράφημα β- επιπέδου μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο να έχει το έμβρυο κάποια σοβαρή συγγενή ανωμαλία, χωρίς όμως να τον εξαλείφει, επειδή υπάρχουν ανωμαλίες οι οποίες δεν ανιχνεύονται με την εξέταση.
Στο τρίτο τρίμηνο, διενεργείται η εξέταση ανάπτυξης, το Doppler, (30-33 εβδομάδες) και ελέγχει τον ρυθμό ανάπτυξης του εμβρύου, το αμνιακό υγρό και την καλή λειτουργία του πλακούντα. Η μέτρηση παθολογικών ροών των μητριαίων αγγείων με Doppler αποτελεί δείκτη για εμφάνιση υπολειπόμενης ενδομήτριας ανάπτυξης ή προεκλαμψίας στο μέλλον, γεγονός που απαιτεί την εντατικότερη παρακολούθηση της εγκυμοσύνης.